- ὑποκορίζεσθαι
- ὑποκορίζομαιcall by endearing namespres inf mpὑποκορίζομαιcall by endearing namespres inf mp
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Hipocorístico — Los nombres hipocorísticos (del griego ὑποκορίζεσθαι hypokoristikós, derivado del verbo ὑποκορίζεσθαι hypokorízesthai llamar cariñosamente, con caricias ) son aquellos usados con intención afectuosa, familiar o eufemística para suplantar a uno… … Wikipedia Español
Hypocoristic — A hypocoristic, hypocorism, or hypochorisma (from Greek el. ὑποκορίζεσθαι el. hypokorizesthai , to use child talk Oxford English Dictionary, online edition: hypocorism , accessed 2008 06 24] ) is a lesser form of the given name used in more… … Wikipedia
ποππύζω — δωρ. τ. ποππύσδω, Α 1. (ε νεργ και μέσ.) συρίζω με μισόκλειστα χείλη, ιδίως για να καλέσω ζώο («τοῑς δὲ αἰλούροις καὶ τοῑς ἰχνεύμοσι... ποππύζοντες», Διόδ.) 2. κράζω, φωνάζω κάποιον 3. μιλώ τρυφερά, θωπεύω («καὶ τὸ παιδίον τῆς τίτθης ἀφελόμενος … Dictionary of Greek
υποκορίζομαι — ὑποκορίζομαι ΝΜΑ, και ενεργ. ὑποκορίζω Μ (στην μσν. και ενεργ.) χρησιμοποιώ υποκοριστικές λέξεις ή φράσεις νεοελλ. καλώ κάποιον με τον υποκοριστικό τύπο τού ονόματός του μσν. αρχ. μιλώ σαν μικρό παιδί, μιμούμαι την παιδική ομιλία («βάβιον και… … Dictionary of Greek